
Το κύριο χαρακτηριστικό μιας κρίσης πανικού είναι η αιφνίδια και απρόβλεπτη εμφάνιση έντονου άγχους και φόβου, που κατακλύζουν το άτομο χωρίς εμφανή εξωτερική αιτία. Η ένταση των συμπτωμάτων κορυφώνεται ταχύτατα και η κρίση διαρκεί συνήθως από 1 έως 10 λεπτά. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να διαρκέσει περισσότερο, σπανίως όμως ξεπερνά τη μία ώρα.
Κατά τη διάρκεια του επεισοδίου, πέρα από το έντονο άγχος και τον φόβο, είναι δυνατόν να εμφανιστούν και τα εξής συμπτώματα:
- Ταχυκαρδία
- Τρέμουλο ή έντονος τρόμος
- Αίσθημα πνιγμού ή δύσπνοια
- Εφίδρωση
- Ζάλη, αστάθεια ή τάση λιποθυμίας
- Ναυτία ή δυσφορία στο στομάχι
- Αίσθημα ασφυξίας ή λαχανιάσματος
- Πόνος ή δυσφορία στο στήθος
- Αίσθηση μουδιάσματος ή μυρμηγκιάσματος στο σώμα
- Ρίγη ή εξάψεις
- Πονοκέφαλος
- Αίσθημα αποπραγματοποίησης (σαν όλα να είναι μη πραγματικά) ή αποπροσωποποίησης (σαν να βρίσκεται "εκτός σώματος")
- Φόβος απώλειας ελέγχου ή επαφής με την πραγματικότητα
- Φόβος εμφράγματος, εγκεφαλικού ή ακόμα και θανάτου
Η εμπειρία της πρώτης κρίσης πανικού είναι ιδιαίτερα τρομακτική. Το άτομο βιώνει σωματικά ένα έντονο αίσθημα επικείμενου θανάτου, χωρίς όμως να αντιμετωπίζει κάποιο οργανικό πρόβλημα υγείας. Ψυχικά, κυριαρχεί η αίσθηση ότι χάνει τον έλεγχο ή ότι «χάνεται» η επαφή με την πραγματικότητα. Πολύ συχνά, αυτό οδηγεί το άτομο στα επείγοντα ενός νοσοκομείου, όπου, έπειτα από ιατρικό έλεγχο, διαπιστώνεται πως πρόκειται για κρίση πανικού.
Αν το επεισόδιο είναι μεμονωμένο, δεν απαιτείται απαραίτητα κάποια εξειδικευμένη θεραπεία. Ωστόσο, όταν οι κρίσεις επαναλαμβάνονται, τότε μιλάμε για διαταραχή πανικού.
Τι προκαλεί τις κρίσεις πανικού;
Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει μια ξεκάθαρη αιτία που να εξηγεί την εκδήλωση των κρίσεων. Παράγοντες όπως η ανισορροπία νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο (π.χ. σεροτονίνης και νοραδρεναλίνης), εσωτερικές ψυχικές συγκρούσεις, ξαφνικές αλλαγές στη ζωή, μεταβάσεις σε νέα στάδια, απώλειες (σχέσεων, αγαπημένων προσώπων), ή τραυματικές εμπειρίες από την παιδική ηλικία, μπορούν να συμβάλουν στην εμφάνιση της διαταραχής.
Η πορεία της διαταραχής πανικού
Μετά την πρώτη κρίση, το άτομο αρχίζει να αναπτύσσει προσδοκιτικό άγχος, δηλαδή έντονη ανησυχία για το πότε και πού μπορεί να συμβεί η επόμενη κρίση. Αυτή η συνεχής επαγρύπνηση για τα σωματικά του σημάδια και η καταστροφική ερμηνεία τους οδηγούν σε έναν φαύλο κύκλο σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών.
Σταδιακά, ενδέχεται να υιοθετήσει αποφευκτικές συμπεριφορές, αποφεύγοντας χώρους, καταστάσεις ή δραστηριότητες που συνδέονται με προηγούμενα επεισόδια. Αν η κατάσταση επιδεινωθεί, μπορεί να εμφανιστούν επιπλέον συμπτώματα όπως αγοραφοβία, κλειστοφοβία ή ακόμη και κατάθλιψη, περιορίζοντας σημαντικά την ελευθερία και την ποιότητα ζωής του ατόμου.
Αντιμετώπιση των κρίσεων πανικού
Η έγκαιρη αναζήτηση βοήθειας από εξιδικευμένο θεραπευτή είναι καθοριστική. Η αντιμετώπιση μπορεί να περιλαμβάνει ψυχοθεραπεία, φαρμακευτική αγωγή ή έναν συνδυασμό και των δύο, ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε ατόμου.
Η ψυχοθεραπεία, και ιδιαίτερα η γνωσιακή-συμπεριφορική προσέγγιση, βοηθά στην αναγνώριση των σκέψεων και των ερμηνειών που πυροδοτούν τις κρίσεις. Μέσω της επεξεργασίας αυτών των σκέψεων και της εκμάθησης στρατηγικών διαχείρισης, το άτομο σταδιακά μαθαίνει να ανακτά τον έλεγχο, να μειώνει τη συχνότητα και την ένταση των κρίσεων και να επαναφέρει τη λειτουργικότητα και την ηρεμία στην καθημερινότητά του.